Ένα δυνατό και ουσιώδες σημείο του Ζ750… δεύτερης γενιάς, είναι οι ρυθμιζόμενες αναρτήσεις που φοράει, σημείο δυνατό μιας και δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε ρυθμίσεις σε αναρτήσεις σε γυμνές μοτοσικλέτες της μεσαίας κατηγορίας. Η διάμετρος του ανάποδου πιρουνιού στα 41 χιλ. δεν εντυπωσιάζει, όμως την κάνει τη δουλειά του, ενώ αλλάζει συμπεριφορά και λειτουργία με 1-2 κλικ στη ρύθμιση της απόσβεσης επαναφοράς, αλλά και της προφόρτισης. Το πιρούνι λειτουργεί διαφορετικά στο πρώτο μισό της διαδρομής του, περισσότερο μαλακά, ενώ σκληραίνει αισθητά στο δεύτερο μισό. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι σωστά σκεπτόμενη η Kawasaki, προσφέρει στον αγοραστή την επιλογή και ABS στα φρένα, αν εκείνος το επιθυμεί. Η εργονομία στο Ζ είναι σωστή, με τον αναβάτη να κάθεται άνετα και με τα χέρια και τα πόδια του να φτάνουν, με σωστές εργονομικά γωνίες, χειριστήρια και μαρσπιέ. Η θέση οδήγησης είναι πιο όρθια, με το τιμόνι κοντά στον αναβάτη, για πιο άμεσο έλεγχο στην πόλη και στις χαμηλές ταχύτητες. Στις υψηλές ταχύτητες, τώρα, ο αναβάτης θα διπλώσει λίγο περισσότερο απ´ ό,τι θα θέλαμε, δεν μπορούμε όμως να τα έχουμε όλα. Ο ήχος από το τελικό ακούγεται συμπαθητικά βαρύς και δεν είναι ιδιαίτερα δυνατός, το κιβώτιο είναι ελαφρά ηχηρό, αρκούντως σφιχτό και ακριβές, ενώ ο συμπλέκτης διόλου βαρύς. Εκεί που μας τα χαλάει το Ζ είναι στο αδικαιολόγητα μικρό κόψιμο του τιμονιού, το οποίο δυσχεραίνει τη συμβίωση με τη μοτοσικλέτα στην πόλη. Εντάξει, να δεχτούμε το μικρό κόψιμο τιμονιού σε race replica μοτοσικλέτες, αλλά σε μια γυμνή "τα κάνω όλα" κατασκευή, όπως είναι το Ζ, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι σκέφτονταν οι τεχνικοί της Kawasaki. Αν τώρα στο δρόμο θελήσετε να κοιτάξετε πίσω σας, οι κακοί καθρέπτες δεν θα βοηθήσουν, μιας και σε αυτούς βλέπετε 70% αγκώνες και 30% δρόμο. Ένα ακόμη μικρό παράπονο είναι το γεγονός ότι τα μαρσπιέ του αναβάτη βρίσκουν στα πόδια του, στους επιτόπιους ελιγμούς με τα πόδια κάτω. Και για το συνεπιβάτη; Δύσκολα τα πράγματα με αυτή τη σέλα, αν και σε μικρές αποστάσεις στην πόλη, τα πράγματα είναι ανεκτά. Όπως και στο BMW, το immobilizer είναι και εδώ στάνταρ (το λεγόμενο KISS, Kawasaki Ignition Security System), ενώ υπάρχει και κατάλογος με επίσημα αξεσουάρ, που όμως δεν φτάνουν την πληρότητα της γερμανικής πρότασης. Ανάμεσα σε αυτά βρίσκουμε τελικό της Akrapovic, κάλυμμα θέσης συνεπιβάτη, άλλους καθρέπτες, καρίνα, ανεμοθώρακα, μανιτάρια, κ.λπ. Τέλος, τα φώτα είναι καλά, αν και θα μπορούσαν να είναι δυνατότερα.
Στο δρόμο: Αγριάδα και στιλ
Η εμπλοκή πρώτης από νεκρά είναι ηχηρή. Ωστόσο, μετά, οι αλλαγές στο κιβώτιο είναι… όνειρο: άψογες, χωρίς ασάφειες, χωρίς νεκρές, με απολαυστικό κούμπωμα. Ανοίγοντας το γκάζι, είδαμε 225 χλμ./ώρα σε ανηφόρα και 245 χλμ./ώρα σε ελαφρά κατωφέρεια. Μπόλικη δύναμη και τελική που ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες και του πιο ανθεκτικού σβέρκου -μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για γυμνή μοτοσικλέτα. Η μπροστινή ανάρτηση συμπεριφέρεται άψογα στις περισσότερες καταστάσεις, από βόλτα μέχρι σβέλτη οδήγηση. Οι αδυναμίες του πιρουνιού θα εμφανιστούν σε σαμαράκια, λακκούβες, αλλά και στην προσπάθεια του αναβάτη να ανεβάσει κατά πολύ τους ρυθμούς οδήγησης. Εκεί το πιρούνι αδυνατεί να αποσβήσει ικανοποιητικά, οδηγώντας σε αναπηδήσεις του μπροστινού τροχού, καθώς ο τελευταίος δεν μπορεί να ακολουθήσει επαρκώς τις ανωμαλίες της ασφάλτου. Κατά συνέπεια και ο αναβάτης θα χαλαρώσει το ρυθμό του. Πάντως, σε ανοιχτές διαδρομές και στην εθνική οδό, το Ζ αποδεικνύεται σταθερότατο ακόμα και στην τελική του. Στα πιο… άγρια παιχνίδια, τώρα, το Ζ θα κάνει ευχάριστα endo -διαθέτει δυνατό μπροστινό φρένο με δύο δίσκους "μαργαρίτες" και άριστη αίσθηση- θα κάνει πανεύκολα σούζα με πρώτη, αλλά δύσκολα με δευτέρα, ενώ το πίσω φρένο δίνει ξύλινη αίσθηση και ο αναβάτης δυσκολεύεται να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει με τον πίσω τροχό. Πρόκειται για την πιο εύκολη για να σηκώσει σούζα μοτοσικλέτα του συγκριτικού, ενώ δέχεται και μεγάλη βοήθεια από το όρθιο τύπου… "κέρατα ταύρου" τιμόνι.
Η Kawasaki, με τη δεύτερη γενιά Ζ, κατάφερε να εξημερώσει αρκετά τον άγριο πρόγονο, παρουσιάζοντας μια δεμένη μοτοσικλέτα, με το πιο ολοκληρωμένο design του συγκριτικού. Πανέμορφο, αιχμηρό, πολύ καλό στην καθημερινή οδήγηση (με εξαίρεση το ανύπαρκτο κόψιμο τιμονιού) και σβέλτο σε "στριφτερή" διαδρομή (αν και στα πολύ γρήγορα κομμάτια οι αναρτήσεις δεν παρέχουν την επιθυμητή ακρίβεια), το Ζ750 συνεχίζει να χτίζει επιτυχώς τον αστικό του θρύλο.
|