Η πρώτη διαφορά του Super Tenere 1200 σε σχέση με τα Multistrada και GS, είναι ότι η μοτοσικλέτα της Yamaha προέρχεται από μια μικρότερη σε κυβικά κατηγορία. Το πρώτο Tenere ήταν η περιπετειώδης έκδοση του μονοκύλινδρου XT 600 και είδε για πρώτη φορά τα φώτα της δημοσιότητας το 1983. Με ρεζερβουάρ 30 λίτρων και ύψος σέλας που θύμιζε βακτριανή καμήλα, το Tenere σε έπειθε με την πρώτη ματιά για τις περιπετειώδεις ικανότητές του σε χωμάτινο τερέν. Η δεύτερη γενιά Tenere 600 ήρθε το 1986, ενώ η τελευταία αερόψυκτη έκδοση ήταν εκείνη του 1988-91. Το 1989 γεννήθηκε το υγρόψυκτο XTZ 750 Super Tenere, με κινητήριο δύναμη έναν V2 στα 749 κ.εκ. Το 1991, με το XTZ 660 Tenere, θα τέλειωνε προσωρινά η περιπέτεια Tenere για τη Yamaha. Η νέα σελίδα Tenere άνοιξε το 2008, με το μονοκύλινδρο XT 660Z Tenere, που βασιζόταν στην τελευταία τότε έκδοση του ΧΤ 660. Και το 2010, είδαμε με χαρά το Tenere να γίνεται πάλι δικύλινδρο, αν και αυτή τη φορά εν σειρά, και να ανεβάζει κυβικά μέχρι τον πήχη που γράφει 1200. Κινητήρας - Πλαίσιο
Η καρδιά του XTZ 1200 Super Tenere είναι ο δικύλινδρος εν σειρά κινητήρας των 1.199 κ.εκ, με τους 110 ίππους στις 7.250 σ.α.λ. Οι κραδασμοί του είναι εύκολα οι λιγότεροι της κατηγορίας, γεγονός που επαληθεύεται και από τους καθρέφτες που παραμένουν καθαροί σε όλη την κλίμακα των στροφών. Η απόδοση του εν σειρά δικύλινδρου είναι παραπλήσια με του boxer που φοράει το BMW, αν και το μεγαλύτερο βάρος του Tenere εξαναγκάζει το μοτέρ του Yamaha να δουλεύει πιο σκληρά. Ως ένα από τα κορυφαία μοντέλα της Yamaha, το XTZ διαθέτει το σύστημα YCC-T (Yamaha Chip Controlled Throttle). Χάρη σε αυτό, τα ανοίγματα του γκαζιού ελέγχονται από έναν υπολογιστή ανά… χιλιοστό(!) του δευτερολέπτου, βοηθώντας έτσι στο ιδανικό άνοιγμα των βαλβίδων και στη βέλτιστη απόδοση του ψεκασμού. Είναι αλήθεια ότι ο ψεκασμός του Super Tenere είναι αλάνθαστος και δεν αφήνει κανένα παράπονο στον αναβάτη. Πάμε τώρα να δούμε και το Traction Control του XTZ 1200. Το σύστημα της Yamaha διαθέτει τρία modes. Το στάνταρ mode είναι το TCS1 και θα επέμβει όποτε ο πίσω τροχός αρχίσει να σπινάρει. Το TCS2 επιτρέπει ελαφρύ σπινάρισμα, ενώ ο αναβάτης μπορεί, πιέζοντας συνεχόμενα το κουμπί, να θέσει το σύστημα εκτός λειτουργίας. Πέρα από το Traction Control, ο άρχοντας της περιπέτειας της Yamaha έρχεται εξοπλισμένος και με σύστημα D-MODE, που επιτρέπει την αλλαγή της χαρτογράφησης του ψεκασμού. Με αυτό, ο αναβάτης έχει στα χέρια του τρεις επιλογές. Η επιλογή S (Sport) έγινε η αγαπημένη μας κατά τη διάρκεια της δοκιμής, μιας και με αυτή, η απόκριση στο γκάζι είναι πολύ πιο ζωντανή απ´ ό,τι στο mode T (Touring), όπου η απόδοση γλυκαίνει και γίνεται πιο ράθυμη. Φρένα - Αναρτήσεις
Να ´μαστε και στα φρένα του Super Tenere. Κανένα παράπονο κι από αυτά. Συνδυασμένη πέδηση (Unified Brake System το ονομάζει η Yamaha), με υπολογιστή που εξετάζει την ταχύτητα της μοτοσικλέτας, την πίεση της μανέτας του φρένου, καθώς και του φορτίου που κουβαλάει η μοτοσικλέτα, πριν κατανείμει τη δύναμη και στον πίσω τροχό. Έχετε υπόψη σας ότι αν πιέσετε πρώτα το πίσω φρένο, το UBS θα σας αφήσει στην ησυχία σας να κάνετε αυτό που θέλετε, χωρίς να επέμβει για να κατανείμει τη δύναμη και στους δύο τροχούς. Η φιλοσοφία πίσω από το σύστημα θεωρεί ότι στην οδήγηση στο χώμα, πολλές φορές ο αναβάτης θα είναι όρθιος, χωρίς να μπορεί να πιέσει εύκολα το λεβιέ του ποδόφρενου, κι έτσι, το UBS τον βοηθά να φρενάρει σωστά, μόνο με τη μανέτα. Φυσικά, το XTZ διαθέτει και ABS στη στάνταρ έκδοση. Το ABS του μεγάλου Tenere είναι αρκούντως εξελιγμένο και δεν θα ενοχλήσει τον αναβάτη με ενοχλητικά "χτυπήματα" σε μανέτα και ποδόφρενο, όταν μπαίνει σε λειτουργία. Η Yamaha ισχυρίζεται ότι καθώς το σύστημα λαμβάνει υπόψη του πολλά δεδομένα, πολλές φορές μπαίνει σε λειτουργία ακόμα και… πριν ξεκινήσει ένα γλίστρημα! Κι εδώ, όπως και στις άλλες μοτοσικλέτες του συγκριτικού, το πλαίσιο είναι ατσάλινο, μιας και οι μηχανικοί της Yamaha κατέληξαν ότι το ατσάλι έχει καλύτερη συμπεριφορά στο χώμα σε μια μεγάλη μοτοσικλέτα όπως το Super Tenere. Το ανάποδο μπροστινό πιρούνι είναι 43 χλστ. και πλήρως ρυθμιζόμενο. Πίσω, βρίσκεται ένα μονό αμορτισέρ που διαθέτει ρυθμίσεις προφόρτισης και απόσβεσης επαναφοράς. Μάλιστα, οι ρυθμίσεις του δεν απαιτούν εργαλεία και γίνονται πανεύκολα με το χέρι. Δυστυχώς για τη Yamaha, η BMW και η Ducati έχουν εξοπλίσει τις μοτοσικλέτες τους με ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες αναρτήσεις και κατά συνέπεια, το Tenere χάνει μερικούς βαθμούς σε αυτό το σημείο. Το ψαλίδι είναι αλουμινένιο και αρκετά μακρύ, προκειμένου να βοηθά τη λειτουργία της ανάρτησης. Η τελική μετάδοση, όπως και στο BMW, γίνεται με σφραγισμένο άξονα, καταργώντας τις ανάγκες για καθάρισμα, λίπανση και ρύθμιση που έχει κάποιος με τη λύση της αλυσίδας.
Οδηγώντας: Μετρημένο και ικανό παντού
Το Super Tenere κρύβει καλά τα κιλά του -που είναι τα περισσότερα του συγκριτικού. Μόλις ξεκινήσει, ο αναβάτης αισθάνεται σίγουρος και ασφαλής. Το έξτρα βάρος του θα φανεί μόνο στις απότομες εναλλαγές κλίσεων, όπου και είναι ελαφρώς πιο αργό από το Ducati και το BMW.
Ο εν σειρά δικύλινδρος κινητήρας του Super Tenere είναι δυνατός, γραμμικός και προβλέψιμος, με άριστο ψεκασμό.
Ο κινητήρας του XTZ είναι γεμάτος παντού, ο ψεκασμός άψογος και το ζύγισμα της μοτοσικλέτας άριστο για όλες τις χρήσεις. Στο χώμα, αν πιεστεί, θα βρει κάτω, αλλά αν μιλάμε για flat κομμάτια, θα κινηθεί άνετα, χωρίς να προβληματίσει τον αναβάτη του.
Στην άσφαλτο, το Tenere κινείται σβέλτα, είτε με έναν αναβάτη που έχει sport διαθέσεις είτε με δύο ή ακόμα φορτωμένο μέχρι τα μπούνια. Η τελική του ταχύτητα φτάνει και ξεπερνά τα 220 χλμ./ώρα, ενώ είδαμε τα συγκεκριμένα χιλιόμετρα ακόμα και φορτωμένοι με τις βαλίτσες, με τη σταθερότητα, παρά τον αέρα που φύσαγε εκείνη τη μέρα, να είναι υποδειγματική.
Αγριεμένα σε look τα φρένα του XTZ 1200. Πάρα πολύ καλό το ανάποδο πιρούνι, προσφέρει άριστη αίσθηση στον αναβάτη.
Όσο και αν έψαξα, δεν μπόρεσα να εκφράσω κάποιο μεγάλο παράπονο για το Super Tenere. Η κάλυψη από τον αέρα είναι ολοκληρωτική, οι καθρέπτες καθαροί προσφέροντας μεγάλο οπτικό πεδίο, οι κραδασμοί του κινητήρα… ποιοι κραδασμοί; Ανύπαρκτοι! Μικρή ένσταση, το γεγονός ότι το ABS μένει συνεχώς ενεργοποιημένο, χωρίς να έχει ο αναβάτης τη δυνατότητα να το θέσει εκτός λειτουργίας. Κι εδώ, όπως με την ανυπαρξία ηλεκτρονικών ρυθμίσεων στις αναρτήσεις, η Yamaha είναι η μόνη που δεν επιτρέπει στον αναβάτη να απολαύσει τη μοτοσικλέτα της χωρίς ABS. Ένα τελευταίο ατόπημα είναι το κουμπί με το οποίο ο αναβάτης επιλέγει τις ενδείξεις στο trip computer, κουμπί που, αντί να βρίσκεται στο αριστερό χειριστήριο, όπως με τις άλλες μοτοσικλέτες, βρίσκεται στα όργανα. Κι όταν αποφάσισα να αρχίσω τις "καγκουριές" με το Super Tenere, ανακάλυψα ότι η έλλειψη τρόμου στην παροχή της ηλεκτρικής δύναμης, συνηγορεί σε ιδιαίτερα ελεγχόμενες σούζες!