Ουδέτερη ακόμα και όταν την πιέζεις, παραμένει φιλική χωρίς να σε τρομάζει.

Ουδέτερη ακόμα και όταν την πιέζεις, παραμένει φιλική χωρίς να σε τρομάζει.

Οδηγώντας Η sport πλευρά της καθημερινότητας

Από τα  πρώτα κιόλας μέτρα πάνω στη σέλα της Supersport καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για μια Ducati. Ο ήχος και οι ελαφριοί κραδασμοί ειδικά στις χαμηλές σαλ, είναι χαρακτηριστικοί και υποδηλώνουν ότι κάτω από τα πόδια σου γουργουρίζει ένας δικύλινδρος κινητήρας σε διάταξη L. Κάποια σκορτσαρίσματα κάνουν την εμφάνισή τους και γίνονται πιο έντονα όταν ο κινητήρας είναι κρύος, αλλά μόλις οι στροφές ανέβουν πάνω από τις 2.500, απλώς τα ξεχνάς. Στην κίνηση της πόλης αυτό είναι το μόνο ελάττωμα που εντοπίσαμε, αφού κατά τα άλλα η μοτοσυκλέτα δεν αντιμετωπίζει καμία δυσκολία. Οι σημαντικότερες βοήθειες σε αυτές τις συνθήκες, είναι το μικρό της πλάτος που της επιτρέπει να περνά με ευκολία ανάμεσα στα αυτοκίνητα και η θέση οδήγησης που δεν κουράζει ακόμα και μετά από πολύωρη χρήση. Ξεχάστε τους πιασμένους καρπούς, δεν πρόκειται για Superbike. Το σώμα τοποθετείται σε σχετικά όρθια θέση θυμίζοντας αρκετά γυμνή μοτοσυκλέτα, χωρίς να ωθεί πόδια και χέρια σε έντονες γωνίες. Οι αναρτήσεις αποσβένουν ιδανικά τις ανωμαλίες και σε συνδυασμό με το αφρώδες της σέλας, συμβάλλουν στην άνεση των μαλακών μορίων για οδηγό και συνεπιβάτη, αποδεικνύοντας ότι η Supersport μπορεί να χρησιμοποιείται ως καθημερινή μοτοσυκλέτα χωρίς όμως να αρνείται τα ταξίδια (υπάρχουν και πλαϊνές βαλίτσες στον κατάλογο των αξεσουάρ). Έτσι θα κινηθείς άνετα στον αυτοκινητόδρομο χωρίς να χρειάζεσαι κάθε τόσο στάση για ξεμούδιασμα. Χρήσιμη επίσης θα φανεί και η ρυθμιζόμενη ζελατίνα που δεν είναι μεγάλη, αλλά στην πάνω θέση παρέχει επαρκή προστασία ακόμα και όταν βλέπεις στο κοντέρ την τελική των 254 χλμ/ώρα, αρκεί φυσικά να είσαι σκυμμένος. Στην πόλη θα εκτιμήσεις το ABS που θα σώσει πολλές άσχημες καταστάσεις, αλλά τη δύναμη και την  αποτελεσματικότητα των φρένων θα την απολαύσεις μόνο σε καλή άσφαλτο, αφού εκεί καταλαβαίνεις ότι θα μπορούσαν άνετα να τοποθετηθούν σε μια superbike μεγάλης ιπποδύναμης. Με μια λέξη κορυφαία, τόσο σε αίσθηση όσο και σε απόδοση. Σε δρόμο με στροφές αρχίζει η μεταμόρφωση και το sport κομμάτι ξεπροβάλλει. 
Στη γρήγορη οδήγηση σου δίνει την εντύπωση ότι οι 48 μοίρες κλίσης που ανακοινώνει η Ducati έρχονται πολύ εύκολα, αφού το στιβαρό πλαισίο και η σωστή πληροφόρηση των αναρτήσεων αποπνέει ασφάλεια ακόμα και στο όριο (παρ ΄όλο που είχαμε τις εργοστασιακές ρυθμίσεις δρόμου). Η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας επιτρέπει τις γρήγορες αλλαγές πορείας και τα ελαστικά της Pirelli, Diablo Rosso ΙII, είναι σωστή επιλογή επιτρέποντας ακόμα και επισκέψεις στην πίστα. Ούτος η άλλως αν έχεις το Supersport, κάποια στιγμή θα κάνεις και track day. Μπορεί να μην έχει την καλύτερη θέση οδήγησης για τέτοια χρήση, όμως οι δυνατότητες της μοτοσυκλέτας εγγυώνται σίγουρη διασκέδαση. Ο κινητήρας αποδίδει απόλυτα γραμμικά χωρίς κανένα σκαλοπάτι και από τις 3.000 σαλ που το 80% της ιπποδύναμης είναι διαθέσιμο, μέχρι τον κόφτη νιώθεις μια συνεχή επιτάχυνση. Το shifter λειτουργεί άψογα τόσο στα ακαριαία ανεβάσματα ταχυτήτων, όσο και στα κατεβάσματα που γίνονται με κλειστό γκάζι και την συνοδεία απολαυστικών σκασιμάτων από τη διπλή εξάτμιση. Η λειτουργία του traction 8 επιπέδων είναι επίσης υποδειγματική καθώς δεν επεμβαίνει άσκοπα ή απότομα, επιτρέποντάς σου να ανοίξεις το γκάζι ακόμα και στην ελληνική άσφαλτο χωρίς να φοβάσαι ότι ο πίσω τροχός θα περάσει τον μπροστινό. 
Για το τέλος αφήσαμε την κατανάλωση, η οποία στις μικτές συνθήκες κατά τη διάρκεια της δοκιμής κυμαινόταν στα 5,5 - 6,5  λ/100χλμ.