Συμβατική VS Πλευστή δισκόπλακα: Υλικά κατασκευής και διαφορά στην απόδοση

Οι πλευστές δισκόπλακες είναι μια επιλογή των κατασκευαστών που συναντάμε πλέον πολύ συχνά στις μοτοσυκλέτες. Ποιά είναι η διαφορά τους όμως με τις «παραδοσιακές» δισκόπλακες και γιατί οι μεγάλοι κατασκευαστές τις χρησιμοποιούν?
Συμβατική: αποτελείται από ένα κομμάτι ατσαλιού - Πλευστή: συνδυάζει ατσάλι και αλουμίνιο
Η πλευστή προσφέρει σταθερή απόδοση σε υψηλές θερμοκρασίες.
Έχει χαμηλότερο βάρος από τη συμβατική.
Αυτά τα πλεονεκτήματα μεταφράζονται σε υψηλότερο κόστος αγοράς.
Συμβατική: αποτελείται από ένα κομμάτι ατσαλιού-Πλευστή: συνδυάζει ατσάλι και αλουμίνιο
Οι πλευστές δισκόπλακες είναι μια επιλογή των κατασκευαστών που συναντάμε πλέον πολύ συχνά στις μοτοσυκλέτες. Ποιά είναι η διαφορά τους όμως με τις «παραδοσιακές» δισκόπλακες και γιατί οι μεγάλοι κατασκευαστές τις χρησιμοποιούν? Ας ξεκινήσουμε με τη βασική διαφορά που ξεκινάει από τη διαδικασία κατασκευής. Οι συμβατικές δισκόπλακες χρησιμοποιούν για την κατασκευή τους φύλλα ατσαλιού από τα οποία κόβεται ένα ενιαίο κομμάτι το οποίο έπειτα διαμορφώνεται στη δισκόπλακα που βλέπουμε επάνω στη μοτοσυκλέτα μας. Η διαδικασία για την κατασκευή μιας πλευστής δισκόπλακας από την άλλη είναι ελαφρώς πιο πολύπλοκη. Αυτή αποτελείται από δυο ξεχωριστά κομμάτια, μια καμπάνα ή κέντρο από αλουμίνιο και έναν εξωτερικό δακτύλιο από ατσάλι. Αυτά τα δύο συνδέονται με πριτσίνα που διατηρούν ένα κενό μεταξύ κέντρου και εξωτερικού δακτυλίου, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται η «πλευστότητα» για την οποία κάνουμε λόγο. Γιατί όμως έχει σημασία αυτή η λεπτομέρεια;
Η πλευστή προσφέρει σταθερή απόδοση σε υψηλές θερμοκρασίες.
Όπως γνωρίζουμε το ατσάλι σε υψηλές θερμοκρασίες αρχίζει να παραμορφώνεται. Καθώς ασκούμε πίεση στη μανέτα του φρένου και τα τακάκια εφάπτονται στη δισκόπλακα, η θερμοκρασία σταδιακά αρχίζει να αυξάνεται. Στην περίπτωση της συμβατικής δισκόπλακας, καθώς η θερμοκρασία περιμετρικά του δίσκου ανεβαίνει-εκεί όπου εφάπτονται τα τακάκια- το κέντρο του δίσκου διατηρεί χαμηλότερη θερμοκρασία. Το αποτέλεσμα είναι μετά από έντονη χρήση, η δυσαναλογία θερμοκρασίας να παραμορφώνει το δίσκο, κάτι που μεταφράζεται σε φθίνουσα απόδοση των φρένων. Αυτό είναι το σημείο που οι πλευστές δισκόπλακες έρχονται να δώσουν λύση. Το κενό που αναφέραμε παραπάνω πως υπάρχει μεταξύ κέντρου και εξωτερικού δακτυλίου, λειτουργεί ως μονωτής με αποτέλεσμα η υψηλή θερμοκρασία να μην απλώνεται σε όλο το δίσκο και έτσι να διατηρεί την ομοιομορφία του, άρα και σταθερή την απόδοσή του.
Έχουν χαμηλότερο βάρος από τις συμβατικές.
Ένα ακόμα πλεονέκτημα αυτής της κατασκευαστικής εξέλιξης είναι και το χαμηλότερο βάρος. Οι πλευστές δισκόπλακες με το συνδυασμό ατσαλιού και αλουμίνιου ζυγίζουν πιο χαμηλά, σε σχέση με μια δισκόπλακα που αποτελείται από σκέτο ατσάλι. Η διαφορά φυσικά έγκειται σε γραμμάρια, κάτι που ο μέσος οδηγός δε θα παρατηρήσει, ωστόσο για να λέμε και την αλήθεια, όλοι προτιμούμε κάτι που μας προσφέρει περισσότερα, ακόμη και αν δεν το χρησιμοποιούμε συνεχώς στο μάξιμουμ. Εκεί που φυσικά έχει μεγάλη σημασία η διαφορά βάρους είναι σε συνθήκες πίστας, όπου ακόμη και τα γραμμάρια μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Αυτά τα πλεονεκτήματα μεταφράζονται σε υψηλότερο κόστος αγοράς.
Όλα τα παραπάνω πλεονεκτήματα που αναφέραμε δεν έρχονται στην ίδια τιμή που θα βρει κανείς μια συμβατική δισκόπλακα. Για την ακρίβεια, η διαφορά στην επίδοση αποτυπώνεται πλήρως και στην τιμή, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για το πορτοφόλι. Οι διαφορές που αναφέραμε παραπάνω, προφανώς δε θα γίνουν αντιληπτές σε συνθήκες καθημερινής μετακίνησης-εκεί ο αναβάτης δεν «πιέζει» τη μοτοσυκλέτα και σε καμία περίπτωση δεν εξερευνεί τα όρια της. Στην πιο επιθετική οδήγηση ωστόσο, πόσο μάλλον στην αγωνιστική, αυτές είναι λεπτομέρειες που κάνουν διαφορά και βοηθούν τον αναβάτη να νιώσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στη μοτοσυκλέτα, μεγιστοποιώντας τόσο την απόδοση της όσο και τη διασκέδαση του.


