Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο να έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε συγκριτική δοκιμή σε δύο μεγάλα scooter που έχουν ως κοινά τους γνωρίσματα το σπορ χαρακτήρα, την ισορροπημένη οδική συμπεριφορά και τις καλές επιδόσεις για να ξυπνάνε στην ψυχή του ιδιοκτήτη τους την πιο ανήσυχη πλευρά του εαυτού του. Και τα δύο έχουν να προσφέρουν πολλά και ως προς την τεχνολογία, αλλά και ως προς τον ιδιαίτερο χαρακτήρα. Αυτή όμως η διαφορά στο χαρακτήρα, με μόνη εξαίρεση τη διαφορά στο κόστος, μπορεί να αποτελέσει και το λόγο να απορρίψεις το ένα έναντι του άλλου.
Να λοιπόν που ο άτυπος πόλεμος ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική επεκτείνεται και στα scooter. Το T-max δεν είναι νέο μοντέλο. Ισα-ίσα, είναι ένα από τα πιο πρωτοποριακά μεγάλα scooter που εγκαινίασαν μια νέα αρχιτεκτονική στη σχεδίαση του πλαισίου και στην τοποθέτηση του κινητήρα. Το Τ-max έχοντας κανονικό ψαλίδι και τον κινητήρα αρκετά μπροστά στο πλαίσιο, μπορεί να έχει μια πολύ καλύτερη οδική συμπεριφορά σε σχέση με οποιοδήποτε scooter που έχει συμβατικό σχεδιασμό (το καπάκι της μετάδοσης εκτελεί και χρέη ψαλιδιού, ο δε κινητήρας είναι πίσω από το μέσο του scooter ως προς τον κάθετο άξονά του), με αποτέλεσμα μια οπισθοβαρή κατασκευή που έχει ευνόητα αρνητικές επιπτώσεις στην οδική συμπεριφορά. Είχαμε πει λοιπόν από την εποχή που ήρθε το Τ-max στην Ελλάδα, ότι έχουμε να κάνουμε με μια μοτοσικλέτα καμουφλαρισμένη σε scooter. Κατά τ' άλλα, βέβαια, οι υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει είναι πολύ υψηλού επιπέδου και μιλάμε ασφαλώς για τις τουριστικές του δυνατότητες, που είναι ουσιαστικά απεριόριστες λόγω της δυνατότητας φόρτωσης, της άνεσης για δύο άτομα λόγω της μεγάλης σέλας και του υψηλού ανεμοθώρακα, αλλά και λόγω της υψηλής μέσης ωριαίας ταχύτητας που μπορεί να επιτύχει στο ταξίδι. Στην πόλη πάλι, μπορεί να κινηθεί γρήγορα, και μόνο σε συνθήκες πυκνού μποτιλιαρίσματος θα τα βρει σκούρα λόγω του μεγάλου του όγκου. Πάντως, όλοι θα έχουμε δει στα φανάρια T-max τα οποία με δυσκολία μπορούμε να φτάσουμε σε επιτάχυνση με 600άρι μονοκύλινδρο. Το μόνο «κακό» που έχει αυτό το scooter είναι η τιμή του, που είναι πάρα πολύ υψηλή, κυρίως σε σχέση με τον ιταλικό ανταγωνισμό, αλλά και πολύ κοντά σε άλλες μοτοσικλέτες μεσαίου κυβισμού, με το δίλημμα «scooter ή μοτοσικλέτα» να τελειώνει πάνω στη σέλα της μοτοσικλέτας.
Η Gilera, από την άλλη πλευρά, παρουσιάζει φέτος μια εντελώς νέα ιδέα στα scooter με σαφή σπορ προσανατολισμό, αλλά χωρίς άλλα κοινά σημεία με το T-max. Οι Ιταλοί μηχανικοί χρησιμοποίησαν τον κινητήρα που έχει δώσει ζωή στα Piaggio X9 και Beverly 500, κατάλληλα τροποποιημένο για να αποδώσει περισσότερη ισχύ, για να ταιριάξει καλύτερα με το χαρακτήρα του νέου scooter. Ο κινητήρας τοποθετήθηκε πάνω σε καινούργιο πλαίσιο και εδράζεται κατευθείαν επάνω του, ενώ διαθέτει μια νέα πρωτοποριακή πίσω ανάρτηση, οριζόντια τοποθετημένη κάτω από τη σέλα, που ενώνεται με το καπάκι της μετάδοσης με άρθρωση κι ένα διαγώνιο μοχλό. Η εμπρός ανάρτηση είναι υδραυλικό τηλεσκοπικό πιρούνι, με διάμετρο καλαμιών 41 χιλ. Πέρα απ' αυτά, έχει κανονικό χώρο κάτω από τη σέλα, ηλεκτρονικό πολυόργανο με πλήθος πληροφοριών (σε πλήρη αντίθεση με το T-max), καλό ανεμοθώρακα για προστασία από τον αέρα και μελετημένη εργονομία για να είναι άνετο στο ταξίδι. Για το τέλος έχουμε αφήσει το καλύτερο, το ότι δηλαδή είναι κατά πολύ φτηνότερο από το Yamaha κι όπως έχουμε ήδη γράψει στο Moto-Τρίτη, η χαμηλή τιμή αγοράς σε συνδυασμό με την κοφτερή αισθητική, το κάνουν υποψήφιο για best seller στην ελληνική αγορά. Να, λοιπόν, δύο εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις πάνω στο ίδιο θέμα και αν είσαι έτοιμος να αγοράσεις ένα από τα δύο, θα χρειαστείς πολλά παυσίπονα, γιατί σε περιμένουν πολλοί πονοκέφαλοι για το ποιο να διαλέξεις τελικά. Να δούμε τη συμπεριφορά τους στο δρόμο, μήπως μας διευκολύνει.