Ακτινική VS Αξονική (συμβατική) δαγκάνα φρένου: Πώς λειτουργούν και ποιές είναι οι διαφορές.

Ας ξεκινήσουμε από τη βασική διαφοροποίηση μεταξύ των δυο, η οποία προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο εδράζεται η δαγκάνα επάνω στο πιρούνι της μοτοσυκλέτας.
Η βασική διαφορά είναι στον τρόπο που «πιάνει» η δαγκάνα στο πιρούνι.
Τεχνολογία που προήλθε από την πίστα.
Καλύτερη ευθυγράμμιση δαγκάνας, αντοχή και σταθερή αίσθηση στη μανέτα.
Η διαφορά απόδοσης στην καθημερινή οδήγηση είναι πολύ μικρή.
Η βασική διαφορά είναι στον τρόπο που «πιάνει» η δαγκάνα στο πιρούνι.
Ας ξεκινήσουμε από τη βασική διαφοροποίηση μεταξύ των δυο, η οποία προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο εδράζεται η δαγκάνα επάνω στο πιρούνι της μοτοσυκλέτας. Οι αξονικές ή συμβατικές δαγκάνες «δένουν» επάνω στο πιρούνι με δύο βίδες οι οποίες τοποθετούνται κάθετα προς τον τροχό, ενώ οι ακτινικές χρησιμοποιούν και αυτές δυο βίδες με κατεύθυνση όμως παράλληλη με τον τροχό. Η απόδοση αυτής της διαφοράς στον τρόπο που στηρίζεται η δαγκάνα, εντοπίζεται σε πρώτη φάση στο γεγονός ότι η παράλληλη τοποθέτηση είναι πιο σταθερή σε σχέση με την κάθετη. Ένα απλό πείραμα που μπορεί να δοκιμάσει ο καθένας, αν βρεθεί σε ένα χώρο με μοτοσυκλέτες που χρησιμοποιούν και τις δυο κατασκευαστικές τεχνικές, είναι να δοκιμάσει να κουνήσει ελαφρώς με το χέρι τις δυο διαφορετικές δαγκάνες. Θα παρατηρήσει ότι η συμβατικά τοποθετημένη δαγκάνα θα έχει «τζόγο» σε σχέση με την ακτινική.
Τεχνολογία που προήλθε από την πίστα.
Όπως και οι περισσότερες τεχνολογικές καινοτομίες που συναντάμε σήμερα στις μοτοσυκλέτες δρόμου, έτσι και εδώ, η μήτρα αυτής της μηχανολογικής εξέλιξης βρίσκεται στις πίστες. Εκεί όπου η παραμικρή λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά και οι απαιτήσεις του χρονομέτρου μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Πέρα από το κομμάτι της σταθερότητας που θίξαμε παραπάνω, ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο που παίζει σαφώς σημαντικότερο ρόλο σε περιβάλλον αγώνων, είναι πως οι ακτινικές δαγκάνες κάνουν πολύ ευκολότερη την αλλαγή δίσκων κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ανάλογα με τις συνθήκες του καιρού ή και τις προτιμήσεις του εκάστοτε αναβάτη, οι δισκόπλακες στα φρένα μπορεί να εναλλάσσονται μεταξύ των 320mm κι των 340mm, συνεπώς η γρήγορη αλλαγή σε συνθήκες πίστας παίζει σημαντικό ρόλο. Εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς “ Μα τόσο μεγάλη ήταν η διαφορά χρόνου όταν ακόμα χρησιμοποιούσαν τις συμβατικές δαγκάνες;”. Εμείς θα θυμίσουμε απλά ότι στην πίστα όλα κρίνονται σε χρόνους κάτω και από το δευτερόλεπτο.
Καλύτερη ευθυγράμμιση δαγκάνας,αντοχή και σταθερή αίσθηση στη μανέτα.
Παραμένοντας σε λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά, ένα ακόμα πλεονέκτημα της ακτινικής δαγκάνας, είναι η καλύτερη ευθυγράμμιση με το δίσκο. Με απλά λόγια, στην ακτινική τοποθέτηση η δαγκάνα βρίσκεται πιο κοντά στο κέντρο του δίσκου, ενώ με τον συμβατικό τρόπο τοποθετείται ψηλότερα από αυτό. Με το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό επιτυγχάνεται μια σειρά από σημαντικές βελτιώσεις τόσο για την πίστα όσο και την πιο «επιθετική» οδήγηση στο δρόμο. Αρχικά υπάρχει καλύτερη απόσταση μεταξύ τακακιού-δίσκου με αποτέλεσμα να έχουμε λιγότερη επαφή (τριβή) όταν δεν το θέλουμε, ειδικά σε περιπτώσεις όπου -μετά από έντονη ή συνεχόμενη χρήση- η θερμοκρασία έχει αυξηθεί. Επιπλέον, με τα τακάκια να έχουν συνολικά καλύτερο «πάτημα», μεγιστοποιείται και η διάρκεια ζωής τόσο για αυτά όσο και για τους δίσκους. Τέλος μπαίνοντας και πάλι στο περιβάλλον της επαγγελματικής οδήγησης, η ακτινική διάταξη μειώνει σημαντικά τις παραμορφώσεις που δέχεται το σύστημα πέδησης κάτω από βαριά φρεναρίσματα, όπως επίσης κρατά και πιο σταθερή την αίσθηση στη μανέτα.
Η διαφορά απόδοσης στην καθημερινή οδήγηση είναι πολύ μικρή.
Οι ακτινικές δαγκάνες είναι κάτι που συναντάμε όλο και συχνότερα στις μοτοσυκλέτες. Στις «μεγάλες» κατηγορίες, είτε μιλάμε για Αdventure είτε για πιο σπορ καταστάσεις, είναι πλέον δεδομένο. Εδώ και κάποια χρόνια, το παρατηρούμε και σε μικρότερες κατηγορίες. Είναι λοιπόν τόσο μεγάλη η διαφορά απόδοσης μεταξύ μιας ακτινικής και μιας συμβατικής δαγκάνας; Η απάντηση είναι πως όχι. Όταν μιλάμε για χρήση δρόμου, οι συμβατικές δαγκάνες είναι εξίσου ικανές και αποδοτικές. Η ακτινική διάταξη αποτελεί μια ξεκάθαρη βελτίωση που προσφέρει πολλά, απλά όταν οι συνθήκες είναι λίγο πιο συγκεκριμένες. Η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί κάποια «επανάσταση» όπως το πέρασμα από το ταμπούρο στο δισκόφρενο για παράδειγμα, αλλά επιτρέπει στον αναβάτη να έχει παραπάνω εμπιστοσύνη, σε ένα σύστημα με περισσότερες δυνατότητες, ακόμα και αν δεν το χρησιμοποιεί συνεχώς στο max των δυνατοτήτων του.



