net.mototriti.gr τεύχος net.mototriti.gr Scooter τεύχος

Τέσσερις προτάσεις διαφορετικού χαρακτήρα

On-Off αλλά πιο; Η στροφή των νέων μοντέλων προς το χώμα αλλά και η παρουσίαση μετά από χρόνια απουσίας κάποιων «ψευδοεντούρο» μικρού κυβισμού, περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα σε μια από τις πιο «πολυσχιδείς» κατηγορίες μοτοσικλετών

 
Η Yamaha με τo WR 250 R έρχεται να καλύψει το κενό που άφησαν πίσω τους τα πολυχρηστικά «ψευδοεντούρο» που γαλούχησαν ουκ ολίγες γενιές αναβατών σε παλιότερες εποχές. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια σκληροτράχηλη μοτοσικλέτα με ισχύ 32 ίππους και βάρος 136 κιλά, η οποία θα ενθουσιάζει κάθε έμπειρο οδηγό Enduro και θα μυήσει με ασφάλεια τους νέους στο χώρο. Το ίδιο ισχύει και για το KTM 690, μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για μεγαλύτερες ασφάλτινες δυνατότητες και όχι τόσο «καθαρόαιμο – αγωνιστικό» χαρακτήρα. Ο διάδοχος του θρυλικού LC4 ζυγίζει 152 κιλά, ενώ η ισχύς των 52 ίππων και κυρίως ο τρόπος με τον οποίον αυτοί βγαίνουν στο δρόμο, θα μπορούσαν να αποτελέσουν στοιχεία της προπαγάνδας περί υπεροχής των μονοκύλινδρων κινητήρων. Στο στόχαστρο του F 800GS μπαίνουν σχεδόν όλες οι μοτοσικλέτες on-off, αφού το δικύλινδρο μοντέλο της BMW αποτελεί ένα συγκερασμό των χαρακτηριστικών από όλες τις κατηγορίες. Με ισχύ 88 ίππους, θέλει να τα κάνει όλα και να τα κάνει καλά, δηλαδή ταξίδια, εκτός δρόμου οδήγηση, κίνηση στη πόλη και περιπετειώδεις αποδράσεις. Αν και εκ πρώτης όψεως χαρακτηριστικά όπως οι 109 ίπποι, τα 244 κιλά βάρους και οι τροχοί με ασφάλτινα ελαστικά και διαστάσεις, στοιχειοθετούν περισσότερο μια μοτοσικλέτα street, η δημοφιλής R 1200 GS Boxer της BMW πλασάρεται ως On-Off. Η αλήθεια είναι μάλιστα ότι δεν λέει ψέματα και καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να προσαρμόζεται επιτυχώς σε κάθε ασφάλτινο και χωμάτινο περιβάλλον που θα την οδηγήσει ο αναβάτης της.

Πόλη

Η BMW R 1200GS ελίσσεται με μαεστρία ανάμεσα στα -με αργούς ρυθμούς κινούμενα -οχήματα. Η ομαλή απόδοση του κινητήρα και το άριστο ζύγισμα , σε συνδυασμό με το τιμόνι που «κόβει» αρκετά, κάνουν την οδήγηση της μοτοσικλέτας στη πυκνή κυκλοφορία κάθε άλλο παρά εφιαλτική εμπειρία Με μια μέση κατανάλωση της τάξης των 4,9 λίτρων (για 100 χλμ. αστικής διαδρομής με μέση ταχύτητα τα 40 χλμ.\ώρα), η κατανάλωση της θηριώδους μοτοσικλέτας είναι σίγουρα αποδεκτή για την κλάση του κυβισμού της. Η μικρή «αδερφή» της F 800GS, χρειάζεται μισό λίτρο λιγότερο, ενώ φυσικά είναι και πιο ευέλικτη. Η καλύτερη θέση οδήγησης, το μικρότερο ρεζερβουάρ και τα 20 κιλά χαμηλότερο βάρος, είναι οι κύριες αιτίες για αυτό. Ακόμη και ο κάπως «νευρικός» κινητήρας δεν είναι ικανός να ανατρέψει την αψεγάδιαστη συμπεριφορά της F 800GS στην πόλη. Στη ΚΤΜ 690, ο οδηγός θα πρέπει να κρατάει το κινητήρα πάνω από τις 3.000 σ.α.λ. και τον μπροστινό τροχό κάτω στο έδαφος. Αυτά στη περίπτωση που κάποιος θέλει απλώς να διεκπεραιώσει αστικές διαδρομές χωρίς «εντάσεις». Γιατί στη περίπτωση που τα αίματα ανάψουν –και με αυτή τη μοτοσικλέτα κάτι τέτοιο είναι πολύ εύκολο- τότε το 690 μετατρέπει τη πόλη σε λούνα παρκ! Το εκπληκτικό της στήσιμο, η εξαιρετική οδική συμπεριφορά και η προθυμία της για παιχνίδια, την αναδεικνύουν ως την πιο «fun» μοτοσικλέτα του παρόντος συγκριτικού στη πόλη. Το «αντίτιμο» των 4 λίτρων καυσίμου για αστική χρήση χαρακτηρίζεται αν μη τι άλλο δίκαιο! Ο εφιάλτης όλων των σεΐχηδων του πετρελαίου έρχεται από τη Yamahaα αφού το WR 250 R καλύπτει 100 χιλιόμετρα αστικής διαδρομής με μόλις 2,8 λίτρα καυσίμου. Τιμή εξαιρετική το δίχως άλλο, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο μονοκύλινδρος κινητήρας των 250 κ.εκ. κάθε άλλο παρά ήσυχος και ήρεμος χαρακτηρίζεται! Η μοτοσικλέτα ελίσσεται με απίστευτη μαεστρία στα στενά της πόλης, χωρίς μάλιστα να χρειαστεί να παραβιάσει τον Κ.Ο.Κ.! Το μοναδικό πρόβλημα της κατά τ’ άλλα εξαιρετικής μοτοσικλέτας έχει να κάνει με τα περιθώρια πρόσφυσης, τα οποία θα μπορούσαν να ήταν κάπως καλύτερα, χωρίς αυτό πάντως να είναι ικανό να της στερήσει την πρώτη θέση σε ό,τι αφορά τη γενικότερη εικόνα της στην πόλη.

Ταξίδι

Μπορεί το WR 250 R να φτάσει πρώτο στην είσοδο προς την εθνική, αλλά μετά από λίγα μόλις μέτρα στον ανοικτό δρόμο, η κατάταξη αναπόφευκτα αλλάζει. Η τελική του στα 141 χλμ.\ ώρα είναι καθ΄ όλα αποδεκτή για τα κυβικά του, όμως αισθάνεται πιο άνετα με ταχύτητες που δεν υπερβαίνουν τα 130 χλμ./ ώρα, ενώ η στενή του σέλα θα κουράσει πολύ γρήγορα. Σε καλύτερη σαφώς «μοίρα» βρίσκεται ο οδηγός του KTM 690, που μπορεί με άνεση να διατηρεί ταχύτητες που υπερβαίνουν τα 150 χλμ. / ώρα, ωστόσο η παντελής έλλειψη προστασίας, θα υποχρεώσει σε στάσεις μετά τη πρώτη ώρα ταξιδιού. Το F 800GS, αγγίζει τα 200 χλμ.\ ώρα και παραμένει πολύ σταθερό, ενώ η κάλυψη από τον αέρα χαρακτηρίζεται ικανοποιητική. Με αυτά τα δεδομένα, η παραμονή του αναβάτη πάνω στη μοτοσικλέτα, εξαρτάται αποκλειστικά από το πόσο συνηθισμένος είναι σε άβολες σέλες, γιατί δυστυχώς, το F 800GS δεν διεκδικεί «δάφνες» στο συγκεκριμένο τομέα. Όπως ήταν αναμενόμενο, το R 1200GS είναι μακράν το καλύτερο όλων στο ταξίδι και δεν αναφερόμαστε μόνο στις μοτοσικλέτες του συγκριτικού. Άνεση, προστασία, εξαιρετική εργονομία και σιγουριά είναι αυτά που προσφέρει, με τα όρια στη κάλυψη χιλιόμετρων να τίθενται από την….βαρεμάρα και σε καμία περίπτωση από τη κούραση.

Επαρχιακοί

Όταν η εθνική τελειώσει, αυτό που θα πεταχτεί μπροστά με τη μεγαλύτερη «λαχτάρα» για επαρχιακούς στριφογυριστούς δρόμους είναι το KTM 690. Το πλαίσιο είναι «βράχος», οι αναρτήσεις απορροφούν τα πάντα με τη μεγάλη διαδρομή τους χωρίς όμως να προκαλούν πλεύσεις στο σύνολο και ο ισχυρός κινητήρας, που θυμίζει με την απόδοση δικύλινδρο, «πυροβολεί» Ο οδηγός γίνεται αποδέκτης σημαντικής ποσότητας πληροφοριών ακόμα και σε οριακές συνθήκες, επιτρέποντας του έτσι να κινηθεί σε πολύ γρήγορους ρυθμούς με ασφάλεια. Λίγο πίσω ακολουθεί το F 800GS, βοηθούμενο από το καλό -και για αυτές τις συνθήκες- στήσιμο και τη ελαφριά του αίσθηση. Το σύνολο είναι πολύ αποτελεσματικό, αλλά όχι και διασκεδαστικό, αφού δεν αφήνει κανένα «παράθυρο» για παιχνίδια, ενώ ο γραμμικός τρόπος με τον οποίο αποδίδει ο κινητήρας του, δεν βάζει «στη πρίζα» τον οδηγό. Η ταχύτητα με την οποία κινείται το F 800GS είναι σίγουρα μεγάλη, όμως ο οδηγός έχει την αίσθηση ότι κινείται με λιγότερα χιλιόμετρα. Στη ρόδα του «μικρού» GS, είναι κολλημένο το «μεγάλο», όσο τουλάχιστον ο δρόμος βρίσκεται σε αποδεκτά -από άποψη ποιότητας- επίπεδα. Στα ανοικτά κομμάτι η ισχύς του δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης σε καμία από τις μοτοσικλέτες του συγκριτικού. Η συμπεριφορά της μοτοσικλέτα είναι street, ωστόσο ο μεγάλος μοχλός του τιμονιού και το μικρό –τηρουμένων των αναλογιών- βάρος «δυναμιτίζουν» την ατμόσφαιρά. Το telelever προσφέρει μια περίεργη αίσθηση στον οδηγό, από την οποία λείπει κάτι της από πληροφόρηση, παραδόξως πως όμως, προσθέτει πολύ σε εμπιστοσύνη. Ακλόνητο υπό κλίση και με σύμμαχο την ροπάτη λειτουργία του κινητήρα, το R 1200GS θα απαιτήσει λίγη περισσότερη προσπάθεια στα κλειστά κομμάτια για να μείνει κοντά στις δυο προπορευόμενες μοτοσικλέτες. Οι 32 ίπποι του WR 250R, δεν μπορούν να συναγωνιστούν φυσικά τα άλλα στους επαρχιακούς. Παρ όλα αυτά, το Yamaha είναι κανό να προσφέρει αρκετή διασκέδαση με την πανάλαφρη του αίσθηση και την ικανότητα του να αλλάζει κατεύθυνση αστραπιαία. Τα χωμάτινα ελαστικά είναι αυτά που βάζουν το, χαμηλό για τις πραγματικές δυνατότητες της μοτοσικλέτας, όριο στην άσφαλτο.

Χώμα

Σε διάσχιση δασικών χωματόδρομων, το ΚΤΜ 690 είναι αυτό που έχει το πρώτο λόγο, απαιτώντας όμως σχετική εμπειρία από τον οδηγό του. Για να αποδώσει χρειάζεται ταχύτητα και επιθετική οδήγηση, ενώ σε ρυθμούς περιήγησης κουράζει με την απόλυτη συμπεριφορά του. Στα χέρια ένος γνώστη όμως, μετατρέπεται σε «όπλο», ικανό να περάσει ακόμα και από ειδικές enduro. Το WR 250R, δεν θα απογοητεύσει κανέναν, οποίο και αν είναι το επίπεδο τους στο χώμα. Εύκολο, με χαρακτήρα παιχνιδιού αλλά και αρκούντως σοβαρό όταν πιεστεί, είναι ικανό τόσο για εξερευνήσεις με χαλαρούς ρυθμούς, όσο και για γρήγορη οδήγηση που πλησιάζει αρκετά αυτή των καθαρόαιμων enduro. To F 800GS θα μεταφέρει με μεγάλη άνεση τον οδηγό του ακόμα και σε δύσκολα εκτός δρόμου τμήματα, υπηρετώντας καλύτερα απ όλες τις άλλες μοτοσικλέτες, το ρόλο του οχήματος περιπέτειας. Δεν θα πει όχι και στην γρήγορη οδήγηση, αρκεί βέβαια να έχει κανείς υπόψιν του ότι πρόκειται για «πολιτική» μοτοσικλέτα και όχι για rally-replica. Με το R 1200GS η διάσχιση ένος χωματόδρομου δεν πρόκειται να αποτελέσει πρόβλημα όσο οι ρυθμοί είναι χαλαροί. Στα «δύσκολα» όμως απαιτείται επιλογή γραμμών, προκειμένου να μην έρχεται αντιμέτωπο το telelever με εμπόδια, διότι η συμπεριφορά του είναι κοφτή και απότομη. Αυτό το χαρακτηριστικό σε συνδυασμό με την αδράνεια της μοτοσικλέτας και τα ακατάλληλα για τέτοια χρήση ελαστικά δεν συνηγορούν σε «υπερβάσεις» οποιουδήποτε είδους στο χώμα, περιορίζοντας τη μοτοσικλέτα σε ένα πιο χαλαρό ρόλο.

 

BEST BUY - ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: ΝΕΕΣ ΤΙΜΕΣ - ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ