H ρυθμιζόμενη ζελατίνα κάνει αρκετά καλά την δουλειά της και σε συνδυασμό με τις πλαϊνές προεκτάσεις κρατούν τον αέρα μακρυά από το σώμα του αναβάτη, ο οποίος με λίγο σκύψιμο θα μπορέσει να βρει «απάνεμο» μέρος ακόμα και στους τυφώνες των 200 (και βάλε…) χλμ./ώρα.

Πλήρης, ευανάγνωστος, καταληπτός και εύκολος σε ότι αφορά στον «ψηφιακό» τομέα του. Κανένα απολύτως παράπονο εδώ!

To μοναδικό σημείο που σε «στραβώνει» το GT, οι διακόπτες του και η ποιότητα αυτών. Περιμέναμε κάτι καλύτερο είναι η αλήθεια σε αυτά τα χρήματα. Η κατάσταση σώζεται κάπως από το γεγονός ότι ο χειρισμός και το menu του φηφιακού πίνακα, γίνεται πολύ εύκολα από το αριστερό grip. To αυτό και για το cruise control στο δεξί grip.

To μοναδικό σημείο που σε «στραβώνει» το GT, οι διακόπτες του και η ποιότητα αυτών. Περιμέναμε κάτι καλύτερο είναι η αλήθεια σε αυτά τα χρήματα. Η κατάσταση σώζεται κάπως από το γεγονός ότι ο χειρισμός και το menu του φηφιακού πίνακα, γίνεται πολύ εύκολα από το αριστερό grip. To αυτό και για το cruise control στο δεξί grip.

Σχεδιάση – Εργονομία – Ποιότητα: Αλλαγές με σκοπό

Επί της ουσίας, η GT έκδοση του «Υπερδούκα» είναι ένα Super Duke, ντυμένο με μια πιο άνετη –για τον αναβάτη- φορεσία και κάποιες επι μέρους αλλαγές που εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό.  
Αρχίζοντας από τα προφανή, η προσθήκη μάσκας με τη ρυθμιζόμενη ως προς το ύψος ζελατίνα, καθώς και οι προεκτάσεις στα πλαϊνά του ρεζερβουαρ που ντουμπλάρουν ως semi fairing, φροντίζουν για την κάλυψη του οδηγού, επιτρέποντας πολύωρη παραμονή στη σέλα. 

Για τον ίδιο λόγο, τα μαρσπιέ του οδηγού έχουν χαμηλώσει ώστε οι γωνίες στα πόδια να είναι πιο άνετες, ενώ η θέση οδήγησης μπορεί να έρθει ακριβώς στα μέτρα του αναβάτη, χάρη στο ρυθμιζόμενο σε τέσσερις θέσεις τιμόνι. Το ρεζεβουάρ έχει αυξήσει την χωρητικότητα του για μεγαλύτερη αυτονομία, το υποπλαίσιο έχει μακρύνει, προσφέροντες περισσότερο χώρο στους αναβάτες και ειδικά στον συνεπειβάτη, ενώ υπάρχουν επίσης υποδοχές για την ασφάλιση πλαϊνών βαλιτσών. Σχεδιαστικά, δεν μπορούμε να πούμε ότι το GT είναι ότι πιο «εύπεπτο» κυκλοφορεί. 

Η «Kiska» γραμμή είναι προφανής αλλά σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα «ισορροπημένα τεθλασμένες και γωνιώδεις» δημιουργίες της ΚΤΜ, στο GT,  το σύνολο μάσκας – ζελατίνας και οι πλαϊνές προεκτάσεις, μοιάζουν σαν να έχουν τοποθετηθεί εκ των υστέρων... και αυτό δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα. 
Το τελικό αποτέλεσμα δεν θα το λέγαμε άσχημο,ξεχωριστό ίσως, εκκεντρικό σίγουρα αλλά όχι κάτι που δεν μπορούν να αντέξουν τα μάτια σου ή που δεν θα συνηθίσουν με τον καιρό. Ποιοτικά, δεν παρατηρείται κανένα πρόβλημα, τα τελευταία χρόνια η KTM έχει κάνει άλματα στον συγκεκριμένο τομέα και το GT ακολουθεί αυτή την «παράδοση» κατά 99%. Το1% που εξαιρείται της πολύ καλής εικόνας, αφορά στους διακόπτες του τιμονίου, που δείχνουν και αφήνουν την εντύπωση του «φθηνού», τόσο σε ποιότητα όσο και σε αίθηση, με αυτόν του φλας να διεκδικεί τα αρνητικά πρωτεία: Εκτός του ότι δεν έχει σαφήνει στα «κλικ» δεξιά – αριστέρα και στην «ακύρωση», βρίσκεται εργονομικά και σε λάθος θέση, απαιτώντας πολύ μακρύ και εξαιρετικά ευλύγιστο αντίχειρά για να «δουλευτεί» καλά.

Γρκινιάζουμε αλλά για μια μοτοσικλέτα των 19.000 ευρώ, δεν αξίζει τέτοια έκπτωση σε ένα επι μέρους στοιχείο, που δεν θα ανέβαζε δα και το κόστος τραγικά. Η κατάσταση σώζεται από το γεγονός ότι ο χειρισμός και το ψάξιμο στο... μενού του ψηφιακού πίνακα γίνεται εύκολα και δεν απαιτεί το διάβασμα πολυσέλιδων οδηγιών χρήσης. Αλλάζει κανείς εύκολα ρυθμίσεις στα πάντα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και το GT έχει αρκετή παραμετροποίηση είναι η αλήθεια. 

KTM: 390 DUKE 2024 Αποκτήστε το στο δίκτυο ΚΤΜ